Τρίτη 31 Αυγούστου 2010

MIA ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΓΙΑ ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ (Ε)

O Νο 37.478 GR, κοντοστάθηκε να πάρει μια ανάσα. 
Η στολή του, ήταν ασήκωτη. Και η ζέστη μέσα στο σκάφανδρo, ανυπόφορη. Για κάθε 500 μέτρα  βόλτας στη μολυσμένη ατμόσφαιρα,  έφτυνε αίμα. Μέχρι να  έρθει κι η σειρά του, να αναχωρήσει για τον Πλανήτη ΧΧ. Πλανήτη που η ΝΑΣΑ κρατούσε επτασφράγιστο μυστικό.  
Αγνάντεψε το πυρηνικό του καταφύγιο  κι αναθάρρησε. Μια ανάσα ακόμα κι έφτανε.  Σήκωσε τα μάτια του στον ουρανό , μακαρίζοντας την τύχη του που πρόλαβε και το έχτισε. Στις εποχές ντε, που όλοι οι υπόλοιποι γείτονες -νεκροί απ΄ τη ραδιενέργεια εδώ και καιρό- τον κορόιδευαν.
Μα ο ίδιος τα είχε πάρει τα μηνύματά του! Η διεθνής κοινότητα,  είχε επιταχύνει την κατασκευή της "κιβωτού των σπόρων". Μέσα στα έγκατα της γης,  σε κάποιο Νορβηγικό φιόρδ!  Για να μετακομίσουν από εκεί,  οι μετανάστες του σύμπαντος και το σύνολο της γήινης χλωρίδας αργότερα. Μόλις διαμόρφωναν φιλόξενο περιβάλλον στον πλανήτη που θα κατέληγε η ανθρωπότητα. Μετά μια πρώτη στάση στον πλανήτη Άρη. Εκεί όπου είχε ανακαλυφθεί και αξιοποιηθεί και νερό.
 Κι αυτή η σπουδή, σε συνδυασμό με το πύκνωμα των επανδρωμένων διαστημικών αποστολών σε όλους τους πλανήτες του ηλιακού μας συστήματος τον υποψίασε έγκαιρα.  Αποστολές,  πολύ πριν  την τεράστια πυρηνική έκρηξη, στο εργοστάσιο της  πόλης Αλλαχού της Ανατολικής Ασίας! Οι  Αμερικάνοι, επιεικώς το περίμεναν. Αν δεν το προκάλεσαν κιόλας. 
Ο Νο 37.478 GR , είχε εξασφαλίσει και το τρεχούμενο νερό του. Θεμελιώνοντας το  καταφύγιό του  πάνω σε μια πηγή. Που έφερνε νερό απ΄ τα έγκατα του  βουνού.  Κι έτσι, δεν αναγκαζόταν να δίνει μια πλάκα χρυσού για κάθε λίτρο νερού στους μαυραγορίτες.
Με το που εκδηλώθηκε πριν από έξι μήνες το πυρηνικό ατύχημα οι πόλεις ερήμωσαν! Οι πλουσιότερες κυβερνήσεις των G20,  μέσα σε 24 ώρες, είχαν ήδη μετακομίσει στους διαστημικούς σταθμούς!  Μόνο που εκεί,  έπρεπε όλοι να εργάζονται! Κι όσοι δεν εργάζονταν ...εγκαταλείπονταν μόνοι τους στο διάστημα! 
Οι λιγότερο πλούσιες κυβερνήσεις,  βρήκαν καταφύγιο  στα πυρηνοκίνητα υποβρύχια! Και προκειμένου να χωρέσουν περισσότεροι σ΄ αυτά,  εκτόξευσαν το περιττό βάρος- τις πυρηνικές κεφαλές- στη θάλασσα. Μολύνοντας την, δέκα φορές γρηγορότερα απ΄ ότι τη στεριά! 
Με τις πρώτες τερατογενέσεις,  να εμφανίζονται  στα θαλάσσια όντα. 
Ακόμα κι οι πιο πεινασμένοι και οι εντελώς καταδικασμένοι της γης,  παρατούσαν τα ψάρια που ψάρευαν στις ακρογιαλιές.
Οι κυβερνήσεις των υπολοίπων φτωχών ....G320 κυβερνήσεων , στοιβάχτηκαν στα συμβατικά υποβρύχια. Εξασφαλίζοντας τη ζωή τους,  για μερικούς μήνες. Και μαζί με τη ζωή τους και την ελπίδα μιας  μετακόμισης! 
Ενώ οι απλοί πολίτες, φόρτωσαν οικογένειες και υπάρχοντα στα αυτοκίνητά τους, τραβώντας δυτικά. Μόνο που τραβώντας  συνέχεια κατά τα...δυτικά , ξανάρχεσαι κάποτε ξανά  στα ανατολικά!
Το έλεγχο της γης, τον είχαν παρατήσει οι κυβερνήσεις στα τηλεοπτικά κανάλια. Τα οποία είτε έβγαζαν σήμα δορυφορικά για pc και μόνο από  διαστημικές εξέδρες , είτε και από πυρηνικά καταφύγια.
Έχοντας σπανιότατα μια φυσιολογική ροή στο πρόγραμμά τους. Και ενημερώνοντας τους χρήστες... με απανωτά έκτακτα δελτία και σε απευθείας συνδέσεις με τη ΝΑΣΑ. 

Πιο μισητό αλλά και ταυτόχρονα και πιο συμπαθητικό λογότυπο απ΄το λογότυπο της ΝΑΣΑ, δεν ξαναπέρασε στην ιστορία της ανθρωπότητας.
O Νο 37.478 GR, σκέφτηκε ελληνικά. Ρίσκαρε και κέρδισε. Με το που εγκαταλείφθηκε η Αθήνα για τα.... δυτικά, πήρε   τη νταλίκα του κουμπάρου του και φόρτωσε απ΄ τα θησαυροφυλάκια της τράπεζας της Ελλάδος, όλα τα αποθέματα του χρυσού! Και μόλις υπέβαλε την αίτηση μετακόμισης στη ΝΑΣΑ και τους έδειξε κι απ΄την κάμερα τις ράβδους του χρυσού, ώ του θαύματος: ...κληρώθηκε και για μετακόμιση! Με αριθμό επετηρίδας: 37.478 GR. Μαζί με άλλους καμιά δεκαριά έλληνες όλους κι όλους. Εφοπλιστές οι υπόλοιποι.
Ήθελε ακόμα 18 κοπιαστικά  μέτρα  για να φτάσει στο  σπίτι του και μια ξαφνική όξινη βροχή, άρχισε να πέφτει. Απ΄τους 40 βαθμούς Κελσίου και τον καύσωνα, στους  μείον 10 βαθμούς και το χιόνι. Τα χρειάστηκε! Έπρεπε να φτάσει στο σπίτι του. Και να μην αποκλειστεί. Σε δυο ώρες και έντεκα λεπτά εξάλλου, θα έπρεπε να εμφανιστεί  στις κάμερες του υπολογιστή του,   με τις ράβδους χρυσού από πίσω του. Ειδάλλως ,  θα  διαγραφόταν απ΄τις λίστες. Έσφιξε τα δόντια του και σε κάποια στιγμή επιτέλους,  μπήκε στην ασφάλεια του σπιτιού του.
Μπήκε κατευθείαν στο θάλαμο πρόπλυσης και άνοιξε τις στρόφιγγες με το απολυμαντικό χημικό υγρό, μπαίνοντας κάτω από μια ντουζίνα ντουζιέρες.
Ξέπλυνε με σχολαστικότητα το σκάφανδρό του, για είκοσι λεπτά της ώρας και ξανακατέβασε τους διακόπτες. Έβγαλε με προσοχή τη στολή του, όπως και τα ρούχα που φορούσε κατάσαρκα, περνώντας τσίτσιδος   στον κυρίως απολυμαντήρα.
Σφράγισε τα ρούχα που φορούσε σε ένα κουτί  και τα έβαλε σε  μια σακούλα. Και ξέπλυνε, γδέρνοντας σχεδόν το κορμί του, με πολλή υπομονή και για άλλα 20 λεπτά. 
Στήθηκε κάτω από τους μετρητές της ραδιενέργειας και εκείνοι έδειξαν το ποθούμενο: μηδενικές συγκεντρώσεις στροντίου και φυσιολογικά επίπεδα μπεκερέλ.  
Τα ρούχα του όμως κάτι έδειξαν. Τα πήρε όπως ήταν και τα πέταξε στον κλίβανο. Κι αυτά τα ρημάδια τα ρούχα του, όλο και λιγόστευαν.
 Ανοίγοντας και κλείνοντας μια σειρά από μπουκαπόρτες πίσω του, πέρασε κάποτε και στα ενδότερα. Από την κεντρική κονσόλα του κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης, σιγουρεύτηκε  πως οι μπουκαπόρτες πίσω του, ήταν ερμητικά κλεισμένες. 
Άνοιξε τους ιονιστές του αέρα στο φουλ. Αλλά αυτοί, μόλις και  μετά βίας λειτουργούσαν. Από  υποχρέωση θαρρείς. Διάολε! Η ξαφνική συννεφιά, κι η όξινη βροχή δεν επέτρεψαν στα φωτοβολταϊκά της ταράτσας,  να φορτώσουν το σπίτι με ενέργεια!  Αυτό του  μάρανε τώρα..
Aνέβηκε στη γυάλινη σοφίτα του καταφυγίου για την επόπτευσή του  και όπλισε τα έξι ηλεκτρονικά του τηλεσκόπια. Που ήταν προσανατολισμένα κατά ζεύγη: στη θάλασσα, την πόλη και τον κάμπο.  Η ίδια απογοητευτική εικόνα  με τη χθεσινή, την προχθεσινή, την αυριανή και τη μεθαυριανή:
Στην πόλη, κυκλοφορούσαν μόνο οι μολυσμένοι φτωχοί κι οι τελεσίδικα καταδικασμένοι. Κάμποσοι  παραιτήθηκαν απ΄τη ζωή και σήμερα.
Κατά μια ειρωνική σύμπτωση δε, οι πιο ανθεκτικοί άνθρωποι στην νέα καταστροφή,  ήταν εκείνοι  που είχαν επιβιώσει από προηγούμενα πυρηνικά ατυχήματα.
Οι διαβάτες της Αθήνας στην τηλεόραση, έπαιρναν με άνεση, από τα πολλαπλώς συλημένα καταστήματα και τις βιτρίνες τους, ότι τους έλειπε.  Με τα  πάντα  μολυσμένα και σφραγισμένα πάνω τους, με μια ανεξίτηλη ημερομηνία λήξεως: Του ίδιου πλέον του καταναλωτή τους.
Άλλαξε τηλεσκόπιο και κοίταξε στα λιβάδια. Η όξινη βροχή, θανάτωνε γοργά τις δενδροστοιχίες αφήνοντας στη θέση των καταπράσινων δέντρων, αποξηραμένα κιτρινόμαυρα κουφάρια, μιας αλλοτινής ζωής
Μα ένα δέντρο, στεκόταν εκεί σαν  τον περιγελούσε! 
Κάπου πιο πέρα,  διέκρινε κι ένα σήμα: Σε S.O.S. έφερνε. "Διάβολε" μουρμούρισε. "Ποιός έχει όρεξη για αστεία τέτοια ώρα;" Εστίασε καλύτερα το τηλεσκόπιο και είδε τρία δέντρα  σε διαφορετικά βάθη του ορίζοντα, να επιμένουν  στο S.O.S τους!
Έμεινε για κάμποση ώρα μετέωρος. Αυτό άραγε πραγματικά το  έβλεπε ,  ή μήπως το φανταζόταν; Πήγε  στα  τηλεσκόπια,  που στόχευαν στη θάλασσα για να αλλάξει παραστάσεις.
H κρούστα από το πετρέλαιο της διαρροής του αγωγού στη θάλασσα, πηγαινοερχόταν σαδιστικά περικυκλώνοντας σε κάθε περιφορά της τα βράχια και περνούσε ένα ακόμα χέρι πίσσας στους κορμοράνους που ανήμποροι- ή και εντελώς ανόρεχτοι- να επιβιώσουν, είχαν προ πολλού παραιτηθεί, από την προσπάθεια, περιμένοντας στωικά το λυτρωτικό τους τέλος.
Oι απελπισμένοι- για να εξασφαλίσουν το φαί μιας ακόμα μέρας- καθάριζαν το πετρέλαιο απ΄το λιμάνι. Για να προσεγγίσουν τα υποβρύχια και να παραλάβουν όσους είχαν... κληρωθεί να ταξιδέψουν σε άλλους πλανήτες!
"Κι έτσι κι αλλιώς, καταδικασμένοι ήμασταν. Και πολύ πριν μας βρει το κακό,  με τα πυρηνικό ατύχημα στην πόλη Αλλαχού" σκέφτηκε ο Νο 37.478 GR και ένας κόμπος σφίχτηκε στο στομάχι του. 
Έκλεισε τα τηλεσκόπια και συνδέθηκε με το κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης με τον κουμπάρο του,  για να ανταλλάξουν καμιά κουβέντα. Αλλά βλέποντας τον βαφτισιμιό του με τον αγαπημένο του  σκύλο τον Ρούντι να προσεύχονται, βούρκωσε. Κι εγκατέλειψε την προσπάθεια.
Το Pc του άρχισε να αναβοσβήνει: Πλησίασε και δυνάμωσε την ένταση: 
Μια έκτακτη είδηση τον αποτελείωσε:  «Τετέλεσται!»  ψιθύρισε. Στην πόλη Αλλαχού, άρχισαν να εκρήγνυνται κι οι υπόλοιποι πυρηνικοί αντιδραστήρες.  Δώδεκα ακόμα μηχανές ακαριαίου ολέθρου!
Άλλαξε κανάλι μην αντέχοντας άλλο αυτό το κρυφτούλι με το θάνατο.
 Παντού τα ίδια σκατά!  Αλλά άκουσε και κάποια καλά νέα: Οι θάνατοι –από αυτοκτονία οι περισσότεροι-απ΄το προηγούμενοι report της ΝΑΣΑ -των υπό μετανάστευση κατοίκων της γης - ξεπερνούσαν τις τετρακόσιες  ψυχές.  Όλο και ζύγωνε  η ώρα του.
Με τη μόλυνση να είχε αγκαλιάσει όλο τον πλανήτη φτάνοντας τους πόλους, με το λιώσιμο των πάγων  σαν τελειωτικό χτύπημα.
Ξαφνικά ένιωσε την ανάγκη να προσευχηθεί! Πήρε ένα ιερό βιβλίο απ ' το καντήλι του και το άνοιξε. Κι όσο το διάβαζε, γαλήνευε, γαλήνευε, γαλήνευε! 
Σηκώθηκε κι άνοιξε το ψυγείο. Και κατανάλωσε τέτοιες ποσότητες σπυρουλίνας... παγωτού.... και φρούτου.... Όσες θα κατανάλωνε υπό κανονικές συνθήκες σε δέκα μέρες. 
Πακετάρισε και τα υπόλοιπα τρόφιμα του ψυγείου σε αεροστεγείς συσκευασίες και ξαναφορώντας τα σκάφανδρα  και τα οξυγόνα του, έβαλε μπροστά το αυτοκίνητό του και τράβηξε γραμμή για το σπίτι του κουμπάρου του. 
Στο δρόμο τραβούσε φωτογραφίες με την ψηφιακή του μηχανή.  Λουλουδάκια με σατανική όψη. Ζώα εντελώς  τρελαμένα. Ζώα τερατόμορφα. Ζώα ήδη μεταλλαγμένα. Και στοργικές μάνες που προσπαθούσαν να κρατήσουν τα μωρά τους έξω απ΄το μολυσμένο νερό. Έφτασε απροειδοποίητα στο σπίτι του κουμπάρου του και χτύπησε το κουδούνι. 
Ο κουμπάρος του έλειπε στις ασκήσεις της αντιβαρύτητας. Μίλησε με την κουμπάρα του και της εξήγησε πως τους έφερε κάποια τρόφιμα που... του περίσσευαν. Όσο την περίμενε να αρματωθεί με τη στολή της  σκάλισε λιγάκι τον κήπο. 

Του ήρθε μια  τρελή επιθυμία να φάει μια πατάτα.  Της φύσης. Και δεν νοιαζόταν για τίποτε πια. Μόλις την ξέθαψε την κοίταξε για κάμποση ώρα. Και χαμογέλασε πικρά. Κι ύστερα άρχισε να γελάει υστερικά. Έβγαλε με ήρεμες κινήσεις το κράνος του και ρούφηξε τους ζουμερούς χυμούς της πατάτας. Ακόμα και το χώμα ήταν νόστιμο! 
Πάνω που εμφανίστηκε στην πόρτα κι η κουμπάρα του. Με το που τον αντίκρισε σ΄αυτή την κατάσταση, έκανε γρήγορα βήματα πίσω και κλειδαμπάρωσε την πόρτα. Εκείνος, άφησε τα τρόφιμα στην είσοδο και ξαναπήρε το δρόμο της επιστροφής. Ξεσκούφωτος και χωρίς προφυλάξεις.
Με τη φωτογραφική του μηχανή συνέχισε να απαθανατίζει σκηνές. 
Σκηνές περίεργες. Σκηνές αμήχανες. Σκηνές ανέμελες. Σκηνές τραγικές!  
Τράβηξε γραμμή για το ...πάρκο της  στερνής στιγμής της ανθρωπότητας. Όπου παράτησε τη στολή του. Μπας και τη χρειαζόταν κανείς μετά απ΄αυτόν.  Ήταν ώρα για ένα μπανάκι. Στο ποτάμι. Εκεί που έκανε μπάνιο κι ο παππούς του. Χωρίς καμιά προφύλαξη! 
Τραβώντας κατά εκεί δεν μπόρεσε να μη χαμογελάσει,  με ένα αναρχικό  σύνθημα του παλιού καλού καιρού, γραμμένο σ΄ ένα καπέλο, που ήταν μπηγμένο πάνω σε έναν πάσαλο ενός μποστανιού: «Κουφάλα νεκροθάφτη, δεν θα πεθάνουμε ούτε σήμερα»
Μπήκε στο μποστάνι κι έκοψε το τελευταίο καρπούζι. Δυσκολεύτηκε να καταλάβει,  αν το  τετραγωνισμένο σχήμα του καρπουζιού, ήταν επηρεασμένο μόνο απ΄την τελευταία μόλυνση, ή αν οι προηγούμενες ανθρώπινες γενετικές παρεμβάσεις,  τον είχαν μπασταρδέψει,  πολύ πριν τη μόλυνση της πόλης Αλλαχού. 
Μα θυμήθηκε και τα καρπούζια του σούπερ μάρκετ,  που τα τετραγώνισαν οι παραγωγοί, για καλύτερο φόρτωμα στα κοντέινερς και ξαναχαμογέλασε  πικρά.
Μα τώρα πια δεν τον ένοιαζε. Χτύπησε το καρπούζι σε μια πέτρα και έχωσε το κεφάλι του μέσα στην κατακκόκινη καρδιά του. Το καρπούζι ζεματούσε, μα  παρ΄όλα αυτά,  ήταν πεντανόστιμο. 
Κάποιες ανέμελες γυναικείες φωνές που όλο και δυνάμωναν  τον αφύπνισαν. Δεν ήταν μόνος τελικά! Σηκώθηκε και τράβηξε κατά την συστάδα των δέντρων που ακόμα αντιστεκόταν την όξινη βροχή. Κι από κάποιο  άνοιγμα του βράχου,  είδε  καμιά δεκαριά  ανέμελες νύμφες-βγαλμένες απ΄ τη μυθολογία θαρρείς- να χαριεντίζονται και να παίζουν στην άκρη του ποταμιού. Ελάχιστα τον ενδιέφερε πια  αν αυτό συνέβαινα στην πραγματικότητα ή το φαντασιωνόταν. Έγινε ένα μαζί τους και αφέθηκε στον έρωτά τους. Ύστερα από κάμποσες ώρες, σηκώθηκε αμίλητος και ξανατράβηξε το μοναχικό του δρόμο.
Φτάνοντας στην ακροποταμιά έβγαλε και το lap-top απ΄το αυτοκίνητο και το πήρε κοντά του. Ανέβασε όλες τις φωτογραφίες που τράβηξε μέσα στη μέρα και τις έκλεισε σε ένα άλμπουμ με τίτλο: "Game over". 
Στη συνέχεια, μπήκε  με ήρεμες κινήσεις στις λίστες αναμονής της NASA και συνειδητά,  διέγραψε το όνομά του! Έπεσε στο ποτάμι κι έκανε ένα μπάνιο. Εντελώς απελευθερωμένος. 
Έβαλε τα χέρια του πίσω απ΄ το κεφάλι του και πήρε έναν υπνάκο. Ελπίζοντας και θέλοντας,  να μη ξανα-ξυπνήσει. Για να ξυπνήσει ωστόσο  μερικές ώρες αργότερα.  Με... παρέα! Οι μελλοθάνατοι  του πλανήτη γη, έκατσαν χωρίς να μιλάνε κι απλά περίμεναν μονιασμένοι το τέλος τους.Με τον έναν μελλοθάνατο, να ξέρει πως  και γιατί προέκυψε  αυτό το τέλος... Και με τον άλλο μελλοθάνατο, να μένει με την απορία ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του…

Δευτέρα 30 Αυγούστου 2010

Κυριακή 29 Αυγούστου 2010

Σάββατο 28 Αυγούστου 2010

Παρασκευή 27 Αυγούστου 2010

Τετάρτη 25 Αυγούστου 2010