Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2010

ΚΑΠΟΙΑ ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ


Η ώρα είχε πάει εννιά κι ακόμα οι ξενυχτισμένοι τζογαδόροι- για....το καλό του χρόνου - να σαλέψουν στα κρεβάτια τους. Αν δεν έκανα κάτι δραστικό,  μήτε τη λειτουργία των Θεοφανείων  δε θα προλαβαίναμε. 
Γύρισα έξω απ΄ όλα τα δωμάτια κράζοντας τους... αντίχριστους,  αλλά πέρα βρέχει. Ώσπου έβαλα στο κόλπο την πιτσιρικάδα. Τους έδωσα από  ένα βρεγμένο μάτσο  βασιλικό της γλάστρας και τους είπα να μπουκάρουν στα δωμάτια των γονιών τους και να τους ...ραντίσουν. Άλλο που δεν ήθελε κι η πιτσιρικάδα.

Σε δέκα λεπτά,  ήταν όλοι στο σαλόνι. Με δολοφονικά βλέμματα εναντίον μου.  Μαζέψαμε τα πράγματά μας και ξεκινήσαμε για την Αθήνα. Με μια ενδιάμεση στάση,  στο πρώτο παραλιακό χωριό. Οι αμακιγιάριστες κυρίες κρύφτηκαν διακριτικά στις πίσω γραμμές. Κι οι άντρες τους με τη σειρά τους, κρύφτηκαν πίσω απ΄τα φουστάνια τους. Οι αντίχριστοι!
Έμεινα λοιπόν   σόλο καριέρα μπροστά στην αποβάθρα,  μαζί με τα ξεγυμνωμένα παλικάρια,  που περίμεναν να πέσουν στο νερό,  να πιάσουν το σταυρό. Και μόνο που τους έβλεπα,  τουρτούριζα. Σε κάποια στιγμή,  ο παπάς πέταξε και το σταυρό στη θάλασσα. Κι ήταν ακριβώς η στιγμή,  που δέχτηκα μια γερή σκουντιά από πίσω. Για να βρεθώ πρώτος στη θάλασσα. Και εντελώς μόνος. Με την   ολόγυμνη πιτσιρικάδα, να ξεσπάει σε χειροκροτήματα. Τίναξα το κεφάλι μου να σκεφτώ τι μου είχε συμβεί. Έπεσα που έπεσα -σκέφτηκα- να μη πιάσω και το σταυρό; Τον έπιασα και τότε εδέησε να πέσει  κι η πιτσιρικάδα στη θάλασσα.  Για να με σώσει... Με ανέβασαν στην αποβάθρα και άρχισαν να με ξεντύνουν. Ενώ ο παπάς,  έβαλε μια κουβέρτα για παραπέτο και με φάσκιωναν όλοι μαζί,  με άλλες δυο-τρεις κουβέρτες.

-Τι ψάχνεις; με ρώτησε ο παπάς βλέποντάς με να φερμάρω αριστερά δεξιά στο πλήθος με το βλέμμα μου. 
-Τον κόπανο που μ΄ έσπρωξε μέσα. Τι άλλο;

-Μη το ψάχνεις· γέλασε. Ο φίλος σου ο ασφαλιστής είναι.
-Χμμμμμμμ. Κάτι υποψιάστηκα. Εσύ που τον ξέρεις τον ασφαλιστή  αλήθεια;
-Ε πως...Συνεργάτες είμαστε.
-Ορίστε; απόρησα

-Είμαι στο δίκτυο των  πωλήσεών του ντε. Με προμήθεια.
-Α μάλιστα! Και πως και δε σε ξέρω... Για θύμισέ μου πως σε λένε;
-Κατά τον ασφαλιστή σου,  είμαι ο παπα-κόλλυβας.
-Α, ναι, εντάξει....Σαν κάτι να θυμάμαι τώρα...Είσαι ο παπάς που έκανε 25 ασφαλιστήρια συμβόλαια  ζωής μονοκοπανιά...

-Ύστερα από μια ομαδική δηλητηρίαση από κόλλυβα σε ένα μνημόσυνο...

-Άθλος πραγματικός· του είπα. Ο Σκρούτζ ο ασφαλιστής, κέρασε όλο το καφενείο εκείνο το βράδυ. 
-Δέσμιοι της φήμης μας· είπε σεμνά και ταπεινά ο παπάς! Και έκανε ένα νεύμα στους ψάλτες να ξαναπιάσουν τα τροπάρια απ΄την αρχή.

-Δε μου λες; Τα βρίσκετε μ΄ αυτόν τον ξεροκέφαλο;
-Σε γενικές γραμμές. 
-Και στις...ειδικές γραμμές; 
-Με πιέζει να έρθει να ρίξει ένα διαφημιστικό σποτάκι απ΄ τον άμβωνα για τις ασφάλειες ζωής· δυσφόρησε.  Αλλά δεν τον αφήνω. Και γι αυτό τσακωνόμαστε.
-Μόνο γι αυτό; χαμογέλασα.
-Και για τα ευχέλαια των πιστών.
-Γι αυτά πάλι,  γιατί να μαλώνετε;
-Επιμένει να κόψω  δεήσεις "υπέρ της υγείας του πληρώματος της εκκλησίας". 
-Για να πουλάει ιατροφαρμακευτική περίθαλψη· λύθηκα στα γέλια.

-Αν συνεχίσεις να κάνεις ευχέλαια για την υγεία τους-με απειλεί-να δεις που θα μείνουμε άνεργοι.

-Είναι μια ιδέα κι αυτή.

 -Εσένα να δεις που θα σου βγει σε καλό το σημερινό πάντως. Φέτος θα παντρευτείς! Έτσι είναι το έθιμο εδώ.


-Ξανά μανά; απόρησα. Μα είμαι 30 χρόνια παντρεμένος.
-Είσαι παντρεμένος; έμεινε κάγκελο ο παπάς. 
-Έβαλε και σ΄ αυτό το ψέμα  την ουρά του ο ασφαλιστής να υποθέσω; 
-Ναι βρε ο μπεζεβέγκης. Και γι αυτό έκαναν πίσω οι νεαροί. 

-Ναι ε; Για λέγε, για λέγε...
-Τους παρακάλεσε να δώσουν προτεραιότητα στο... γεροντοπαλίκαρο· μου είπε και συγκρατήθηκε μη γελάσει
-Μή χέσω· τα πήρα στο κρανίο...

-Ε,ε,ε,ε χρονιάρα μέρα· με επανέφερε στην τάξη ο παπάς! Για πες μου κάτι; Τι ζώδιο είσαι;
-Τοξότης. Γιατί;

-Στα 'λεγα...δε στα 'λεγα; το πανηγύρισε ο παπάς.
-Για θύμισέ μου και τι ακριβώς έλεγες· έμεινα να τον κοιτάζω σα χάνος.
-Πολλοί τοξότες φέτος θα παντρευτούν...
-Το....ευαγγέλιο το γράφει αυτό; τον ειρωνεύτηκα.

-Μη γίνεσαι βλάσφημος είπα!  Η Λίτσα Πατέρα το είπε. Στον πρωινό καφέ.
-Α, μπα; Βλέπουμε και τέτοια; Κοτζάμ αποκλειστικοί αντιπρόσωποι του θεού;
-Η παπαδιά τα βλέπει ντε· ξεγλίστρησε. Που είναι και τοξότης. Κι από τότε που το άκουσε,  έχει ένα χαμόγελο η σκορδόπιστη.... Μα ένα χαμόγελο!  
Ήθελε να κατεβάσει κανά καντήλι θαρρώ,  αλλά το συγκράτησε κοιτάζοντας ψηλά στον ουρανό...ξανακάνοντας νόημα στους ψάλτες, να πουν τα ίδια τροπάρια.

-Δε.... μου λες, η παπαδιά είναι εκείνη πίσω δεξιά σου, η χαμηλοβλεπούσα; έριξα λάδι στη φωτιά.

-Αυτή είναι...Ώστε χαμηλοβλεπούσα ε; χαμογέλασε με ικανοποίηση,  για να τα πάρει ξαφνικά: Κι εσύ που το ξέρεις πως είναι χαμηλοβλεπούσα;

-Δε θέλω να το πάρεις αλλιώς παπά κόλλυβα -κόμπιασα δήθεν- αλλά την ώρα που με ξεντύνατε....

-Ναιιιιιιιιι....
-...και  με φασκιώνατε με την κουβέρτα, είχε τα μάτια της  χαμηλά...
-Χαμηλά ε; Πόσο χαμηλά δηλαδή; με ρώτησε απειλητικά σχεδόν.

-Κάπου στη μέση  του κορμιού μου,   αν το πιασα και καλά· τόλμησα.

Ο παπάς ήταν που τα πήρε πλέον στο κρανίο. Έβγαλε το πετραχήλι και μου... το φόρεσε.  Μου 'βαλε στη μασχάλη και το ευαγγέλιο που του... περίσσευε,  έκανε νόημα για μια ρεπετισιόν των ψαλμωδιών στους ψάλτες και χάθηκε στο πλήθος. 
Λαμπρά!  Απ΄ αυτόν ξεμπερδέψαμε.  Ώρα να καθαρίσω και με τον ασφαλιστή. Μα όπως το ψυλλιάστηκα, είχε εξαφανιστεί. Ξαναγύρισα μπροστά στην αποβάθρα την ώρα που ξαναγυρνούσε κι ο παπάς. Ήρεμος.
-Παρεξήγηση· μου είπε μ'  'ενα  πλατύ χαμόγελο.
-Κοίτα να δεις σύμπτωση! Αυτό ακριβώς σκεφτόμουν,  όσο το... ξεκαθάριζες!

-Η κουνιάδα μου ήταν αυτή που σε κοιτούσε ντε...Στη μέση· αγρίεψε.

-Το ίδιο πράγμα λέμε.  Και τώρα τι κάνουμε; Πόση ώρα λειτουργίας μας μένει θέλω να πω;
-Θα το συντομεύσω...Γιατί έχουμε και πολύ ποδαρόδρομο αύριο το πρωί....
-Τι έκανε λέει; τινάχτηκα μέσα στις κουβέρτες μου.

-Εμείς εδώ είμαστε πόντιοι· μου είπε με καμάρι.
-Εμ,  βουνό που φαίνεται...
-Φέραμε που λες, όλα τα έθιμά μας,   ατόφια απ΄ τον πόντο. 
-Που πάει να πει;
-Αύριο θα γυρίσουμε όλα τα σπίτια του χωριού με την εικόνα και το σταυρό που θα κουβαλάς εσύ,  για τους αγιασμούς...
-Είναι απαραίτητο αυτό το delivery; τόλμησα.
-Έχουμε και πολλά τυχερά· μου είπε συνωμοτικά;
-Απ αυτά  τα τυχερά που σας... έκοψε ο νέος αρχιεπίσκοπος; τον τσίγκλησα;
-Κατά τη γνώμη του· μου είπε και το φχαριστήθηκε.

-Ώστε  δίνουν και λεφτά οι πιστοί λοιπόν· συλλογίστηκα. Σαν πόσα  λεφτά δηλαδή;

-Χαρτονομίσματα δίνουν...Χαρτονομίσματα.
-Και πόσα σπίτια έχει το χωριό αλήθεια; πλακώθηκα στους νοερούς υπολογισμούς μέσα μου.
-Καμιά πεντακοσαριά...Αλλά μισά-μισά...Προστάζει το έθιμο....

-Ε αν είναι έτσι το...ήθος και το  έθιμο, κομμάτια να γίνει· συμβιβάστηκα κι εγώ ο άνεργος. 
-Κανά περιστέρι δε σου βρίσκεται; ρώτησα με ελπίδα.
-Τι να το κάνουμε;
-Να το παρκάρεις στο κεφάλι μου,  όπως το εκπαίδευσε ο Καρατζαφέρης και πάρκαρε στο δικό του. Τότε να δεις πόσα θα μας δίνουν οι πιστοί...Χρηματαποστολή ολόκληρη θα χρειαστούμε....

-Φτου σου· χτύπησε το κούτελό του ο παπάς.  Αυτό δεν το σκέφτηκα! Κι έχω και περιστέρια στο σπίτι ανάθεμά τα....Δε μου λες; Του χρόνου που θα είσαι τέτοια μέρα;
-Το συζητάμε· του είπα την ώρα που με  την άκρη του ματιού μου,  έπιανα επιτέλους και τον ασφαλιστή. Που προσέγγιζε την παρέα διακριτικά:
-Να σε ρωτήσω κάτι -είπα στον παπά χαμηλόφωνα,  την ώρα που έβαζε τους πιστούς να φιλήσουν το σταυρό και τους ράντιζε και το  μέτωπο με τον  βρεγμένο βασιλικό- αυτό γίνεται να το κάνω κι εγώ; Μόνο στην παρέα μου θέλω να πω...
-Στο τέλος....Όταν φύγουν οι ντόπιοι· συγκατάνευσε με δυσκολία ο παπάς. 
Από εκείνη τη στιγμή δεν έβλεπα την ώρα και τη στιγμή να... φύγουν οι ντόπιοι. Και κάποτε επιτέλους  έφυγαν. Φορτώθηκα το σταυρό,  το τάπερ με το νερό  και το βασιλικό και ξεκίνησα τον δικό μου αγιασμό.  Απ΄τον...ασφαλιστή φυσικά. Ελείψει τεχνογνωσίας... παπά όμως...μπέρδεψα το σταυρό με το βασιλικό και του κοπάνησα μια  με το σταυρό στο δόξα πατρί,   που ήταν όλη δικιά του!  Κάπως μου ξέφυγε είν' αλήθεια.

Η  μέρα μας έκλεισε όπως ήταν φυσικό,  στα εξωτερικά ιατρεία του Ευαγγελισμού. Και είχε βρεθεί δουλειά για όλους: 
Για το γιατρό της παρέας κατ΄ αρχήν,  που τον έραψε. Για τη γυναίκα του ασφαλιστή,  που σταυροκοπιόταν και  μου ευχόταν: "γεια στα χέρια μου".  
Για την ψυχολόγα της παρέας,   που ανέλαβε την  ψυχολογική  του υποστήριξη. 
Για τον Πασοκτζή του σιναφιού μας, που περηφανευόταν για την πρόοδο του ΕΣΥ,  μέσα σε δύο μόλις μήνες.
Ακόμα και για τον ίδιο τον  ασφαλιστή -τον οποίο   μας παρέδωσε τσίλικο  η επιστήμη,   με 18 ράμματα σταυροβελονιά στο κεφάλι- χαμογέλασε η δουλειά. Γιατί μόλις βγήκε απ΄το χειρουργείο,  έδωσε οδηγίες στην κόρη του,  να συντάξει και ένα ...δικό μου ασφαλιστήριο ζωής. "Κι αχρείαστο να ναι" με... απείλησε  στο...μαύρο του το χάλι,  προσπερνώντας με ανάσκελα στο φορείο  από μπροστά μου.  Φίλε  ξέρεις ποιός γελάει καλά έτσι;



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου